ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ ΜΟΥ

Σάββατο 21 Ιουλίου 2012

ΤΡΕΙΣ ΦΙΛΟΙ..ΔΥΟ ΑΓΟΡΙΑ ΚΙ Η ΖΩΗ..





Ηταν τρία παιδιά. Δυό αγόρια κι ένα κορίτσι.
Ιδια ηλικία 23 χρόνων, στην άνθιση της εφηβείας τους.
Ηταν φίλοι αχώριστοι. Μαζί απ το δημοτικό. Μετά στο γυμνάσιο, λύκειο, αλλά και στο Πανεπιστήμιο.


Ξετρελλαμένοι με την ..ιέρεια του Ιπποκράτη, αφού στην Σχολή ,τους έλεγαν φευγάτους. Η βόμβα έπεσε ενώ τέλειωνε η εξεταστική. Κάτι ενοχλήσεις, που δεν έδωσε σημασία, αλλά που δυνάμωσαν με τον καιρό, ώσπου , μια νύχτα, ήρθαν οι εμετοί, ο πυρετός που δεν υποχωρούσε, η απώλεια βάρους, και να που το μεγάλο ειδικό Νοσοκομείο της Λεωφόρου, έδωσε την βαρειά κι ανατριχιαστική του απάντηση.Καλπάζουσα κακοήθεια. Λές και τα ογκογονίδια, ζήλεψαν την ομορφιά, την αθωότητα, την εξυπνάδα, και αλοίμονο, την αγάπη για τη ζωή.. της
( τί ειρωνεία) Ζωής μας, του κοριτσιού της παρέας των τριών..αχώριστων φίλων.


Η χαρά χάθηκε απ τα χείλη των παιδιών.Βαρειές σκέψεις, το κλάμα στέρεψε απ τις πρωτες μέρες, μεταβλήθηκε σε βουβό πόνο. Ολοι οι μεγάλοι ειδικοί του χώρου, έδωσαν τα φώτα τους. Οι εξετάσεις κι οι μαγνητικές, ταξίδεψαν μέχρι την άλλη άκρη του ωκεανού. Η απάντηση στερεότυπη. Καμια ελπίδα. Προσδόκιμο 3-6 μήνες, αν δέχονταν την χημειοθεραπεία.
Ο Καθηγητής δεν μπόρεσε να κρύψει το δάκρυ του, οταν της έσφιξε το χέρι, όμως είχε το κουράγιο να ομολογήσει πως υπάρχουν πράγματα αδύνατα για τους ανθρώπους, που για Εκείνον είναι δυνατά. Τη ρώτησε αν πιστεύει στο Θεό.
Η Ζωή του απήντησε ευθέως πως πίστευε όπως όλοι, αλλά όχι ιδιαίτερα. Κι ο Κύριος Καθηγητής, μ ένα γλυκό χαμόγελο, της είπε : Ζωή μου ο Χριστός δεν σου ζητά κάτι περισσότερο. Πήγαινε σ Αυτόν, εμείς δεν μπορούμε να σου προσφέρουμε τίποτα πια.




Βγαίνοντας η Ζωή απ το Νοσοκομείο, πρόσεξε μια εκκλησία στο προαύλιο του, που δεν την είχε προσέξει όλα αυτα τα χρόνια, που σαν φοιτήτρια μπανόβγαινε..Μπήκε μαζί με τους φίλους της. Ηταν ήσυχα .Λίγο σκοτεινά, και μια μυρωδιά απο παγωμένο λιβάνι και σβησμένο κερί της ήρθε στη μύτη.Το βλέμμα της έπεσε στην εικόνα της Παναγίας, κι έμεινε καρφωμένο εκεί.Πλησίασε το τέμπλο, στάθηκε για λίγο και γονάτισε.Πίσω της κι οι δυο φίλοι της έκαναν το ίδιο.Εμειναν έτσι γονατιστοί αρκετή ώρα. Οταν σηκώθηκαν, βγαίνοντας ,είδαν μια ηλικιωμένη γυναίκα με σκεπασμένο το κεφάλι με μια μαυρη μαντήλα να τους πλησιάζει, κι αφού τους κοίταξε τους ψιθίρισε ¨Στην Τήνο..πηγαίνετε στην Τήνο, εκεί θα βρείτε απαντήσεις..¨
Σε λίγες μέρες κι οι τρείς ήταν στο πλοίο για το νησί.Πήγαν στην εκκλησία, και ζήτησαν απ την Παναγία το αδύνατο..Την ίδια μέρα γύρισαν στην Αθήνα. Πέρασε ένας μήνας. Η ρουτίνα της καθημερινότητας, ξεπερνα πολλά, ακόμα και τραγικά γεγονότα. Λες και ξεχάστηκε ο επικείμενος θάνατος της Ζωής, ζούσαν κι οι τρείς το γεγονός της άλλης ιατρικής, εκείνης της πίστης..Οταν ένα τηλεφώνημα τους έφερε στο ιατρείο του Καθηγητή. Ενας γερμανός ογκολόγος ενδιαφέρθηκε για την περίπτωση της Ζωής, και ζήτησε να την δεί. Σε 18 ώρες βρίσκονταν στο Μόναχο στο νοσοκομείο του γερμανού ογκολόγου ο οποίος έκανε μιαν Αξονική τομογραφία ποζιτρονίου. Σε μερικές ώρες είχαν τα αποτελέσματα..που κανείς δεν μπορούσε να πιστέψει...ούτε άλλωστε και σεις. Καμμία δραστηριοτητα εκεί όπου πριν μερικές εβδομάδες υπήρχε ευμεγέθης όγκος.Οχι δεν υπήρχε περίπτωση λάθους. Ο γιατρός ήταν απόλυτος. Ο όγκος, άγνωστο απο τί υπεχώρησε. Οπως οι περισσότεροι γερμανοί, λακωνικός και θετικός, συνέστησε μιαν αγωγή ισορροπημένης διατροφής, αποφυγής συγκινήσεων και...καλή πρόοδο στις σπουδές. Τους ρώτησε μάλιστα , αν σκέπτονταν να έρθουν για μεταπτυχιακό στο Μόναχο. Δεν έμειναν ούτε ώρα στη Γερμανία.Την άλλη μέρα ηταν στην Αθήνα, και το ίδιο μεσημέρι στην Τήνο.. να ευχαριστήσουν Εκείνην που μεσίτευσε για την θεραπεία.
Αυτά εγιναν πριν τρία χρόνια..Πώς τάμαθα εγώ; Μου τα διηγήθηκε ο Παναγιώτης. Πήγαινε στην Τήνο , όπως κάθε χρόνο. Τόχε Τάμα. Και μέσα στο πλοίο, τούκαναν εντύπωση τα τρία παιδιά, όπως μιλούσαν και γελούσαν αστειευόμενα μεταξύ τους. Αλλωστε στο πλοίο , τέτοια εποχή, ήταν πολυ λίγος κόσμος. Βλέπετε Χειμώνας, κρύο, βροχή, λίγοι οι προσκυνητές. Το μεσημέρι έφθασε το πλοιό στη Τήνο. Κατέβηκαν καμμιά 30αριά άνθρωποι, μαζί και τα τρία παιδια..Πίσω τους ο Παναγιώτης..Ψιλόβρεχε στο λιμάνι, κι είχε αρχίσει να γίνεται λάσπη στο δρόμο. Ωσπου ν ανοίξει την ομπρέλα του, είδε λίγο πιό μακριά τα παιδιά ασκεπή, να βγάζουν τα παπούτσια τους ν ανεβαζουν τα παντελόνια τους...να γονατίζουν και να κάνουν αυτό που μόνο κάποιος που έχει θάρρος και κουράγιο, και χαρά μπορεί να κάνει : Να περπατήσει με τα γόνατα απ το λιμάνι έως την πόρτα της Εκκλησίας της Παναγίας..
Υστερα απο αρκετή ώρα, αφού είχε τελειώσει η Παράκληση στην Παναγία, τους είδε να κάθονται και οι τρείς μαζί στα σκαλοπάτια της Εκκλησίας, γεμάτοι χαρά, δάκρυα και χαμόγελα..Τί κι αν τα γόνατά τους ήταν ματωμένα..Τι κι αν έκανε κρύο..Είχε βγεί ένας ασθενικός ήλιος και τους χαϊδευε έτσι όπως κάθονταν βρεγμένοι και λουσμένοι στη Χάρη Της..Εδώ κανονικά θάπρεπε να τελειώσω την εξιστόρηση του Μύθου.
Ομως η περιέργεια του Παναγιώτη, μας εξασφάλισε, το προοίμιο που μόλις διαβάσετε, αλλά και τη συνέχεια. Τους πλησίασε και τους ρώτησε, κι εκείνοι, αφού του είπαν την απίστευτη ιστορία τους, με χαρά συνέχισαν, πώς σαν μελλοντικοί γιατροί δεν έχουν ιδέα πώς, αλλά σαν θερμοί πιστοί πλέον ξέρουν πώς ο,τι είναι αδυνατο για την επιστήμη.. κάποιος Αλλος το κάνει δυνατό..Συμβουλεψαν μάλιστα και τον Παναγιώτη...να χάσει λίγα κιλά, ..όπως και να μην κάνει τάματα..τα οποία, όπως τούπαν, δεν χρειάζεται η Παναγία. Αλλά αν τα κάνει, τότε θα πρέπει να τα τηρεί..όπως αυτοί οι τρείς που έταξαν τότε στην Παναγία, αν θα γίνονταν καλά η Ζωή, κάθε χρόνο , την ιδια μέρα, να ερχονται με τα γόνατα στη Χάρη της να της λένε ένα απλό ευχαριστώ..Κι όταν ο Παναγιώτης ρώτησε την ιστορία τους, με απλότητα του είπαν όλα τα παραπάνω, και του έδωσαν τα τηλέφωνά τους. Αν και ειδικευόμενοι, μπορούσαν να του λύσουν όποια απορία είχε..ιατρικής φύσεως..



Οταν τους άφησα, μου είπε ο Παναγιώτης, δεν κατέβηκα τις σκάλες, αλλά γύρισα πίσω στην Εκκλησία, κι έμεινα πολλή ώρα προσευχόμενος..Μόλις που πρόλαβα το καράβι της επιστροφής.
Στο σαλόνι , μακρυά μου, οι τρεις γιατροί, δυό αγόρια και μια κοπέλα , η ΖΩΗ..Στα μάτια μου τρεις νέοι άνθρωποι, που κουβέντιαζαν και χαίρονταν το δώρο της ζωής. Στη σκέψη μου αυτό το μεγάλο μυστήριο της Ζωής..της Πίστης..
Σας μετέφερα μια διηγηση, έναν Μύθο, κάτι σαν παραμύθι. Μιαν αλήθεια που μοιάζει με παραμύθι...ή ένα παραμύθι που μοιάζει με αλήθεια..Κρατείστε ότι θέλετε απ αυτό.